Συστατικό: ΝΕΡΟ

Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Αρχή Ασφάλειας Τροφίμων (EFSA), η συνολική ποσότητα νερού που προσλαμβάνουμε καθημερινά προέρχεται από διαφορετικές πηγές και κυρίως από το πόσιμο νερό (βρύσης και εμφιαλωμένο) και τα ροφήματα (80%) αλλά και από τα υγρά που περιέχουν τα τρόφιμα που καταναλώνουμε (20%).*

Το νερό είναι το βασικό συστατικό σε όλα τα αναψυκτικά, καθώς αντιπροσωπεύει το 90% περίπου μιας κανονικής (regular) συσκευασίας ανθρακούχου αναψυκτικού και το 98% ενός ολιγοθερμιδικού προϊόντος. Η ποιότητα του νερού που χρησιμοποιείται κατά την παρασκευή αναψυκτικών από τις εταιρείες-μέλη του ΣΕΒΑ, τηρεί κατά γράμμα τις προδιαγραφές για το πόσιμο νερό που ορίζουν τόσο η εθνική, όσο και κοινοτική νομοθεσία.

Η βιομηχανία αναψυκτικών, εξάλλου, αναγνωρίζει την αξία του νερού για τις τοπικές κοινωνίες και διαρκώς προσπαθεί να μειώνει την ποσότητα που καταναλώνει στη διαδικασία παραγωγής των προϊόντων της, και να βελτιστοποιεί τη χρήση του νερού ως φυσικού πόρου μέσω ανακύκλωσης.

* EFSA Panel on Dietetic Products, Nutrition, and Allergies (NDA); Scientific Opinion on Dietary reference values for water (2010). EFSA Journal 8(3):1459. [48 pp.] Διαθέσιμο στο: http://www.efsa.europa.eu/sites/default/files/scientific_output/files/main_documents/1459.pdf.

Συστατικό: ΣΑΚΧΑΡΑ

Τα σάκχαρα είναι υδατάνθρακες και προσφέρουν ενέργεια στο σώμα. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της έντονης σωματικής δραστηριότητας, τα σάκχαρα αποτελούν την κύρια πηγή ενέργειας. Σάκχαρα περιέχονται στα φρούτα, τα λαχανικά και το μέλι ή σε παρασκευασμένα τρόφιμα και ροφήματα.

Δεν υπάρχουν διατροφικές διαφορές στα σάκχαρα, ανεξάρτητα από το εάν περιέχονται φυσικά ή εάν προστίθενται σε τρόφιμα και ροφήματα. Κατά τη διάρκεια της πέψης, τα σάκχαρα όπως η σακχαρόζη (ζάχαρη) και η λακτόζη διασπώνται σε απλούστερες μορφές σακχάρων. Έπειτα, τα απλά σάκχαρα “ταξιδεύουν” μέσω της κυκλοφορίας του αίματος στα διάφορα όργανα του σώματος, όπου είτε αποθηκεύονται για μελλοντική χρήση, κυρίως στο συκώτι, ή χρησιμοποιούνται ως ενέργεια από τα κύτταρα του σώματός μας. Οταν αποθηκευτεί ικανή ποσότητα υδατανθράκων στο συκώτι και τους μύες υπό τη μορφή γλυκογόνου, η περίσσεια αποθηκεύεται με τη μορφή λίπους στον λιπώδη ιστό.

Συστατικό: ΠΡΟΣΘΕΤΑ ΤΡΟΦΙΜΩΝ

Ως «πρόσθετο τροφίμων» νοείται οποιοδήποτε συστατικό που είτε έχει θρεπτική αξία είτε όχι, δεν καταναλώνεται συνήθως μόνο του ως τρόφιμο ούτε χρησιμοποιείται συνήθως ως χαρακτηριστικό συστατικό τροφίμων.

Τα πρόσθετα τροφίμων παίζουν σημαντικό ρόλο στη διατήρηση της ποιότητας και των χαρακτηριστικών που αναζητούν οι καταναλωτές, διατηρώντας ασφαλή, πλήρη και ελκυστικά τα τρόφιμα και ροφήματα από την παραγωγή έως και την κατανάλωσή τους. Τα πρόσθετα επιτελούν μία ποικιλία χρήσιμων λειτουργιών τις οποίες συχνά θεωρούμε δεδομένες. Για παράδειγμα, προστατεύουν τα τρόφιμα που εκτίθενται σε περιβαλλοντικές συνθήκες, όπως οι αλλαγές της θερμοκρασίας, η οξείδωση και η έκθεση σε μικρόβια, οι οποίες μπορεί να αλλοιώσουν την αρχική σύνθεση των αναψυκτικών.

Πολλά πρόσθετα τροφίμων βρίσκονται στη φύση, μερικά μάλιστα αποτελούν ακόμα και απαραίτητα θρεπτικά συστατικά. Άλλα, όπως τα μέσα οξίνισης/αντιοξειδωτικά (π.χ. κιτρικό, μηλικό, ασκορβικό και φωσφορικό οξύ) είναι απαραίτητα συστατικά αφενός για την παραγωγή και αφετέρου για τη γεύση των αναψυκτικών. Και οι δύο παραπάνω κατηγορίες ταξινομούνται ως «πρόσθετα τροφίμων» λόγω της τεχνικής χρήσης τους στην παραγωγή προϊόντων και κωδικοποιούνται με έναν αριθμό «Ε».

Τα όρια προσθήκης στα τρόφιμα ρυθμίζονται λεπτομερώς από την ευρωπαϊκή νομοθεσία σύμφωνα με τον Κανονισμό (EΕ) 1129/2011 που τροποποίησε τον αντίστοιχο προηγούμενο Κανονισμό [ΕΚ] 1333/2008. Οι προδιαγραφές των πρόσθετων δε, ακολουθούν τις διατάξεις του Κανονισμού (EΕ) 231/2012. Γενικά κριτήρια για τη χρήση τους είναι ότι επιτελούν έναν χρήσιμο τεχνολογικό σκοπό, είναι ασφαλή και δεν παραπλανούν τον καταναλωτή.

Συστατικό: ΑΡΩΜΑΤΑ

Αρώματα περιέχονται, ουσιαστικά, σε κάθε αναψυκτικό. Προέρχονται από φυσικές ή τεχνητές πηγές και χρησιμοποιούνται προκειμένου να ανταποκριθούν στις αυξανόμενες ανάγκες των καταναλωτών για μία ευρεία κλίμακα τροφίμων και ροφημάτων με ποικιλία γεύσεων. Τα φυσικά αρώματα προέρχονται από ποικιλία φρούτων, λαχανικών, ξηρών καρπών φύλλων, βοτάνων, μπαχαρικών και ελαίων. Τα τεχνητά αρώματα παρασκευάζονται συνθετικά.

Συστατικό: ΚΑΦΕΪΝΗ

Η καφεΐνη απαντά κυρίως σε αναψυκτικά «κόλα» –αλλά και σε ενεργειακά ποτά, στο παγωμένο τσάι (ice tea) και τα ροφήματα τύπου «έτοιμος καφές»– προσφέροντας μια ελαφρώς πικρή γεύση. Στα αναψυκτικά τύπου cola υπάρχει κατά μέσο όρο πολύ λιγότερη καφεΐνη από όση περιέχεται σε ένα ισοδύναμου μεγέθους φλιτζάνι καφέ. Ωστόσο, η βιομηχανία αναψυκτικών διαθέτει επίσης μεγάλη ποικιλία προϊόντων «κόλα» χωρίς καφεΐνη για τους καταναλωτές που επιθυμούν τέτοιου είδους ροφήματα.

Η καφεΐνη είναι μία φυσική ύλη που περιέχεται στα φύλλα, τους καρπούς ή τα φρούτα περισσότερων από 60 φυτών. Είναι γνωστή για την ήπια διεγερτική της δράση στο κεντρικό νευρικό σύστημα. Η καφεΐνη είναι ένα από τα πιο διεξοδικά μελετημένα συστατικά στην αλυσίδα τροφίμων και χρησιμοποιείται με ασφάλεια εδώ και εκατοντάδες χρόνια.

Συστατικό: ΧΥΜΟΣ ΦΡΟΥΤΩΝ

Ο χυμός φρούτων είναι 100% φυσικός χυμός και προέρχεται από τη σάρκα φρέσκων φρούτων ή από ολόκληρο τον καρπό, ανάλογα με το είδος του.

Οι περισσότερες χώρες έχουν συγκεκριμένα κριτήρια βάσει των οποίων ένα προϊόν μπορεί να ταξινομηθεί ως «χυμός φρούτου». Σύμφωνα με τη νομοθεσία της Ευρωπαϊκής Ένωσης το όνομα ενός φρούτου σε συνδυασμό με τη λέξη «χυμός» επιτρέπεται να χρησιμοποιηθεί μόνο για να περιγράψει ένα προϊόν που αποτελείται κατά 100% από χυμό φρούτου.